Ιστορικό ρεκόρ εξαγωγών το 2021 «κλειδώνοντας» στα 40 δις ευρώ

Επιβεβαιώνοντας τις προβλέψεις των προηγούμενων μηνών, το 2021 ολοκληρώθηκε με νέο ρεκόρ εξωστρέφειας αποδεικνύοντας όχι μόνο την ανθεκτικότητα του κλάδου, αλλά και τις τεράστιες προοπτικές του. Οι εξαγωγές αγαθών πλησίασαν τα 40 δις ευρώ για πρώτη φορά στην ιστορία, ξεπέρασαν κατά πολύ τις επιδόσεις τόσο του 2020, όσο και του 2019 και απέδειξαν ότι ο διεθνής προσανατολισμός των επιχειρήσεων θα αποτελέσει το σημείο-κλειδί στην επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Μάλιστα, οι φετινές επιδόσεις αποδεικνύουν πως ο στόχος εξωστρέφειας που έχει θέσει ο ΣΕΒΕ, ήτοι οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ να φτάσουν το 25% μέχρι το 2024, είναι απόλυτα εφικτός, καθώς αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ανάπτυξη 7,1% το 2021, το αντίστοιχο ποσοστό για το 2021 θα ανέλθει περίπου σε 22,5% έναντι 18,6% το 2020. Ωστόσο, ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η υποκατάσταση των εισαγόμενων προϊόντων με εγχώρια και παροχή κινήτρων για ενίσχυση της ελληνικής παραγωγής με σκοπό τον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος, το οποίο αυξήθηκε σημαντικά στο διάστημα 2020-2021.

Σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορευματικών συναλλαγών που ανακοινώθηκαν στις 9 Φεβρουαρίου του 2022 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή και τα οποία επεξεργάστηκε το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ, οι εξαγωγές αγαθών τον Δεκέμβριο του 2021 διαμορφώθηκαν σε 3.560,7 εκατ. ευρώ έναντι 3.032,3 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2020 και 2.908,3 εκατ. ευρώ το 2019, με την αύξηση να διαμορφώνεται σε 17,4% και 22,4% αντίστοιχα. Ισχυρή άνοδο κατέγραψαν και οι εισαγωγές τον τελευταίο μήνα του έτους και ανήλθαν σε €6.246,3 εκατ. το 2021 έναντι 4.533,0 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2020, με την αύξηση να διαμορφώνεται σε 37,8%. Ως αποτέλεσμα, το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε σημαντικά κατά 1.184,9 εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκε σε 2.685,6 εκατ. ευρώ.

Χωρίς τα πετρελαιοειδή, οι εξαγωγές ήταν, επίσης, ιδιαίτερα αυξημένες τον Δεκέμβριο του 2021 συγκριτικά με τους αντίστοιχους μήνες του 2020 και του 2019 και συγκεκριμένα κατά 25,1% (δηλαδή 869,0 εκατ. ευρώ) και 28,6% (δηλαδή 964,1 εκατ. ευρώ), με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν σε 4.336,9 εκατ. ευρώ. Οι εισαγωγές διαμορφώθηκαν σε 2.582,7 εκατ. ευρώ και το εμπορικό έλλειμμα σε 1.754,2 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 14,0% και 45,8% αντίστοιχα.

Σε ό,τι αφορά το σύνολο του έτους, οι εξαγωγές πλησίασαν τα 40 δις ευρώ και διαμορφώθηκαν συγκεκριμένα στο ποσό των 39.894,6 εκατ. ευρώ, με την αύξησή τους συγκριτικά με το 2020 να ανέρχεται σε 9.094,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή 29,5% και συγκριτικά με το 2019 να ανέρχεται σε 6.023,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 17,8%. Οι εισαγωγές ενισχύθηκαν κατά 15.236,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή 31,1% συγκριτικά με το 2020 και διαμορφώθηκαν στο ποσό των 64.190,2 εκατ. ευρώ, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο παρουσίασε έλλειμμα 24.295,6 εκατ. ευρώ, το οποίο ήταν διευρυμένο κατά 6.142,0 εκατ. ευρώ, δηλαδή 33,8% συγκριτικά με το 2020 και κατά 2.431,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή 11,1% συγκριτικά με το 2019.

Σημαντική άνοδο κατέγραψαν οι εξαγωγές και εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, καθώς από 23.312,9 εκατ. ευρώ το 2019 και 24.126,1 εκατ. ευρώ το 2020, διαμορφώθηκαν σε 28.869,1 εκατ. ευρώ το 2021, καταγράφοντας αύξηση κατά 23,8% και 19,7% αντίστοιχα. Ομοίως, στο διάστημα 2020-2021 οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 7.974,2 εκατ. ευρώ, δηλαδή 20,1% και διαμορφώθηκαν σε 47.596,4 εκατ. ευρώ και το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 3.231,2 εκατ. ευρώ, δηλαδή 20,9% και διαμορφώθηκε σε 18.727,3 εκατ. ευρώ.

Σε κλαδικό επίπεδο παρατηρήθηκε σημαντική ενίσχυση των εξαγωγών σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων συγκριτικά με τα προηγούμενα δύο έτη. Αναλυτικά, ανοδική πορεία συγκριτικά με το 2020 κατέγραψαν οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων (1.348,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή 27,7%), τροφίμων (590,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 11,1%), χημικών (609,9 εκατ. ευρώ, δηλαδή 12,1%), μηχανημάτων και οχημάτων (605,2 εκατ. ευρώ, δηλαδή 18,6%), διάφορων βιομηχανικών (511,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 21,0%), πρώτων υλών (622,0 εκατ. ευρώ, δηλαδή 49,3%), ποτών και καπνών (129,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή 16,3%), λιπών και ελαίων (159,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 28,0%) και μη ταξινομημένων προϊόντων (74,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 16,1%).