Η Ε.Ε. προπορεύεται της παγκόσμιας κοινότητας στα πρότυπα αναφοράς ESG

Οι πολυεθνικές εταιρείες θα αντιμετωπίσουν αυξημένες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας τα επόμενα χρόνια, σε μια προσπάθεια να συμμορφωθούν κυρίως με τα νέα ευρωπαϊκά πρότυπα και όχι με τους κανόνες που υποστηρίζονται από τον ΟΗΕ που ανακοινώθηκαν πριν από έναν χρόνο. Και αυτό διότι το ευρωπαϊκό πλαίσιο εξελίσσεται με πολύ πιο ταχείς ρυθμούς από ό,τι το παγκόσμιο.

Η Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για Θέματα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (EFRAG) έχει καταρτίσει εκτενείς κανόνες αναφοράς που καλύπτουν όλες τις πτυχές περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εταιρικής διακυβέρνησης ζητημάτων (ESG), οι οποίοι καθίστανται υποχρεωτικοί για τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες από το 2024. Τα πρότυπα έχουν σταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για έγκριση, ενώ αναμένεται να οριστικοποιηθούν στα μέσα του 2023 και στην συνέχεια θα καταστούν υποχρεωτικά σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Αυτό σημαίνει ότι πολλές διεθνείς εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη θα πρέπει να συμμορφωθούν με τους κανόνες της Ε.Ε. πριν από τους παγκόσμιους κανόνες που καταρτίζονται από το Διεθνές Συμβούλιο Προτύπων Αειφορίας ή ISSB, το οποίο θα καλύπτει πολύ λιγότερα θέματα.

Παγκόσμιος αντίκτυπος

Οι κανόνες εθελοντικής αναφοράς του Global Reporting Initiative (GRI), οι οποίοι υποστηρίζουν τα πρότυπα της Ε.Ε., στοχεύουν στο να ωθήσουν τις εταιρείες να αναφέρουν τις επιπτώσεις τους παγκοσμίως. Αντίθετα, οι επερχόμενοι κανόνες του Παγκόσμιου Συμβουλίου Διεθνών Προτύπων Βιωσιμότητας (ISSB) στοχεύουν συγκεκριμένα στους χρηματοοικονομικούς επενδυτές, εστιάζοντας στους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες από απειλές, όπως η κλιματική αλλαγή. Με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του ISSB, οι εταιρείες θα είναι οι ίδιες που θα κρίνουν τι είναι αρκετά σημαντικό για αναφορά. Οι επικριτές της συγκεκριμένης προσέγγισης λένε ότι αυτό είναι ένα κενό που θα μπορούσε να υπονομεύσει την ποιότητα των δεδομένων ISSB.

Για τη συγκεκριμένη διαδικασία, προβλέπονται πρότυπα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων ESG -συμπεριλαμβανομένου του κλίματος, της ρύπανσης, του εργατικού δυναμικού και της επιχειρηματικής συμπεριφοράς- τα οποία φθάνουν τα 1.000 σημεία δεδομένων. Βέβαια, οι εταιρείες δεν θα χρειαστεί να αναφέρουν και τους 1.000 δείκτες, διότι κάτι τέτοιο θα ήταν ουτοπικό. Αντίθετα, κάθε επιχείρηση θα πρέπει να αναφέρει περίπου 300 από τα σημεία δεδομένων ESG, ενώ τα υπόλοιπα απαιτούνται μόνο εάν είναι σημαντικά. Η υποβολή εκθέσεων θα είναι υποχρεωτική για όλες τις εταιρείες της Ε.Ε. που απασχολούν περισσότερα από 250 άτομα, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτικών εταιρειών και ξένων θυγατρικών, με τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων να εισάγονται σε φάσεις μεταξύ 2024 και 2026, ανάλογα με το μέγεθος της εταιρείας.

Έρχονται περισσότερα πρότυπα ESG

Ωστόσο, η έκρηξη στις απαιτήσεις αναφοράς δεν σταματά εδώ. Η EFRAG εργάζεται σε δύο επιπλέον ομάδες προτύπων, αν και δεν έχει οριστεί ακόμη ημερομηνία για την εισαγωγή τους. Πρώτον, θα υπάρχουν λεπτομερείς κανόνες υποβολής εκθέσεων για εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε ορισμένους βιομηχανικούς τομείς και, στην συνέχεια, κανόνες εθελοντικής υποβολής εκθέσεων για μικρές εταιρείες που δεν εμπίπτουν στις υποχρεωτικές απαιτήσεις.

Ακόμη και μετά τη συγγραφή των δύο πρώτων προτύπων, οι 140 χώρες που χρησιμοποιούν τα πρότυπα του διεθνούς Συμβουλίου θα πρέπει να τα υιοθετήσουν μεμονωμένα, μια διαδικασία που θα μπορούσε να διαρκέσει για μια δεκαετία. Μερικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, αρχίζουν να μιλούν για τη χρήση τους, σημειώνει η Carol Adams, καθηγήτρια λογιστικής στο Πανεπιστήμιο Durham, που ειδικεύεται στην βιωσιμότητα, αλλά οι περισσότερες δεν έχουν πει τίποτα, επειδή δεν υπάρχουν ακόμη κανόνες. Ούτε οι ΗΠΑ, ούτε το Ηνωμένο Βασίλειο, ούτε οποιαδήποτε άλλη μεγάλη χώρα έχει δημιουργήσει μηχανισμό για την υιοθέτηση των κανόνων ISSB.

«Τα πρότυπα ISSB δεν είναι εννοιολογικά προσανατολισμένα στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ή της βιώσιμης ανάπτυξης» επεσήμανε η Carol Adams και πρόσθεσε: «Δεδομένης της εστίασής τους σε αυτά που έχουν σημασία για τους επενδυτές και του μεγάλου όγκου της κρίσης που εμπλέκεται στην εφαρμογή τους, μπορεί να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό».